Καθώς το βλέμμα σου ορθώνεται γύρω σου όταν πας να βγεις από το σπίτι σου αντικρίζεις μία γειτονιά άγνωστη, έναν κόσμο διαιρεμένο σε εκατοντάδες μικρόκοσμους και τεμαχισμένο έντεχνα σε αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα. Τείχη που κλείνουν κάθε λογής δραστηριότητα. Μάτια να ερωτοτροπούν με τον καταναλωτισμό και την αλαζονεία ενώ ταυτόχρονα η ανέχεια γλεντάει αμέριμνη δίπλα της. Ο ατομισμός γυροφέρνει παρασέρνοντας μαζί του τους πάντες. Κανείς για κανέναν και όλοι για την πάρτη τους. Η ελαστικότητα του συνολικού συστήματος είναι τέτοια που επιτρέπει βέβαια σε όλους να είναι ευχαριστημένοι Υπάρχει ένα ψέμα για όλους πίσω από το οποίο θα βρούνε επιτέλους μία φορεσιά, ευκολοφόρετη και άνετη, να ντύνουν την ανυπαρξία, τη δειλία και το φόβο τους. Η πολιτική και η κοινωνική άποψη σχηματίζεται με βάση τα συμφέροντα και όχι με βάση τα καθήκοντα που η συνείδηση επιβάλλει στη σκέψη. Τόσες παρατάξεις, τόσα κόμματα, τόσες “συγκρούσεις”, τόση υποκρισία..
Μα στο μυαλό σου πλανιέται μία λέξη. Το Έθνος. Την πρωτογνώρισες μέσα από τα λόγια κάποιου προγόνου και στις λέξεις κάποιων σελίδων. Σε γοήτεψε. Ήταν εκείνος ο κρίκος ανάμεσα στην Πατρίδα και το Αιμάτινο Ποτάμι μιας αλυσίδας που με θάρρος θέλησες να διακρίνεις να σε συνδέει με το παρελθόν σου. Ήταν οι άνθρωποι με τα χαμόγελα σε κάποια σκονισμένα κάδρα που φύγαν νωρίς για να έχεις όσα βλέπεις γύρω σου και όσα δεν διακρίνονται. Είναι αυτοί οι γνωστοί και οι άγνωστοι που η ζωή και ο θάνατος τους χάραξαν τη πορεία ενός λαού και ενός πολιτισμού. Φαντάζουν όμως ξένοι στον κόσμο που ζεις σήμερα. Ασήμαντα, γραφικά και έκφυλα υποχείρια πολιτικών και κοινωνικών σκοπιμοτήτων. Έτσι σου έμαθε να τους βλέπεις το σχολείο, έτσι σου μαθαίνει να τους αντιμετωπίζεις η κοινωνία. Το έθνος, μία προσοδοφόρα για κοροϊδία και παντός είδους χρήση λέξη με μπόλικο συντηρητισμό και αρκετή ουτοπία. Όντως κατάφεραν οι δεξιοί και οι ακροδεξιοί να καταντήσουν το Έθνος κάτι το απωθητικό για κάθε ριζοσπαστική σκέψη. Κατάφεραν να εξευτελίσουν όσες αξίες και κοινά δεσμά χρησιμοποίησαν στο βωμό της συμφεροντολογίας και της βρομερής πολιτικής τους και ανάμεσα σε αυτές είναι δυστυχώς και το έθνος. Δεν είναι όμως η φιλολογική σκοπιά εκείνη που κυρίως το κατακερμάτισε αλλά η καθημερινότητα που μας προσέφεραν. Οδήγησαν τον άνθρωπο στην απογοήτευση για τα κοινά ζητήματα παρουσιάζοντας και διαμορφώνοντας την πολιτική σαν ένα πεδίο ψευδολογίας και κοροϊδίας όπου η συσσώρευση συμφερόντων οδηγεί στην καταξίωση. Λογικό επακόλουθο μιας τέτοιας νοοτροπίας είναι ο καθένας να κοιτάξει τι θα αρπάξει, πως θα επιβιώσει, τι θα κλέψει και τι τέχνασμα θα βρει να κερδίσει περισσότερα ξοδεύοντας λιγότερα. Φτηνά εργατικά χέρια, παραθυράκια στους νόμους, επιδοτήσεις κ.λ.π. ήταν το βούτυρο στο ψωμί της νέας αυτής πραγματικότητας. Κάθε σκέψη και δράση λοιπόν όλο και περισσότερο επικεντρώνεται στα “εγώ” και στα “εμείς” συμφερόντων ατόμων ή ομάδων. Αυτή λοιπόν είναι η πορεία στην οποία το “Έθνος” ουσιαστικά δεν έχει καμία θέση. Επιπλέον η νέα πολυπολιτισμική πραγματικότητα οδηγεί ακόμα περισσότερο στην γκετοποίηση και την ευρύτερη διαστρωμάτωση των οποίων στρωμάτων συγκρούσεις εξασφαλίζουν το κέρδος στα γνωστά – άγνωστα (απαγορευμένα προς προσβολή) κεφάλαια. Άραγε όμως υπάρχει μόνο το χρήμα, μόνο τα συμφέροντα, μόνο η καλοπέραση ή η φτώχεια; Δεν υπάρχει κάτι άλλο που να μπορεί να μας συνδέει εμάς με κάποιους και φυσικά όλους με κάποιους άλλους.
Επιστρέφοντας στην αρχή του κειμένου σκόπιμα παραλείψαμε κάποια, λιγοστά γνώριμα μάτια τα οποία συναντάμε τόσο καθώς βγαίνουμε αλλά και καθώς μπαίνουμε στο σπίτι μας. Είναι κάποιοι άνθρωποι που στις καρδιές τους το Έθνος δεν έχει μολυνθεί από τη πολιτική αλλά ανθίζει ως ο κοινός εκείνος δεσμός με όσους πέρασαν, όσους είναι και όσους θα φέρουμε. Δεν είναι δεσμός που διαχωρίζει για να βελτιστοποιηθεί το κέρδος, ούτε για την επιβολή σε κάποιους αδυνάτους. Είναι ο δεσμός διατήρησης μίας διαφορετικότητας που αγωνιά να μείνει ζωντανή απέναντι στην ισοπέδωση, τον υλισμό και τα καρκινώματα του καπιταλισμού, του φιλελευθερισμού και όποιας άλλης αντιανθρώπινης συλλογικής πολιτικής εμφανιστεί. Είναι η διαφορετικότητα που βασίζεται στην ανιδιοτέλεια, την αλληλεγγύη, την δημιουργικότητα, την σύνθεση και την εξέλιξη. Είναι το μέσο αυτοπραγμάτωσης και ικανοποίησης των πνευματικών αναζητήσεων κάθε ανθρώπου. Είναι δικαίωμα μας και περηφάνια μας να ομαδοποιούμαστε με βάση τα πολιτισμικά μας χαρακτηριστικά και τα κοινά όνειρα ζωής και όχι το κέρδος, την άνεση και τα προσχήματα με τα οποία θα ήμασταν αποδεκτοί σε παρέες ή στην κοινωνία που γεννηθήκαμε. Το δικό μας λοιπόν Έθνος υφίσταται και είτε σαν φωτιά είτε σαν νερό είτε σαν αγέρας θα μορφοποιείται και θα κυλάει στις λίγες ή πολλές εκείνες καρδιές για αυτούς που περάσαν, που είναι και που θα έρθουν...
Μα στο μυαλό σου πλανιέται μία λέξη. Το Έθνος. Την πρωτογνώρισες μέσα από τα λόγια κάποιου προγόνου και στις λέξεις κάποιων σελίδων. Σε γοήτεψε. Ήταν εκείνος ο κρίκος ανάμεσα στην Πατρίδα και το Αιμάτινο Ποτάμι μιας αλυσίδας που με θάρρος θέλησες να διακρίνεις να σε συνδέει με το παρελθόν σου. Ήταν οι άνθρωποι με τα χαμόγελα σε κάποια σκονισμένα κάδρα που φύγαν νωρίς για να έχεις όσα βλέπεις γύρω σου και όσα δεν διακρίνονται. Είναι αυτοί οι γνωστοί και οι άγνωστοι που η ζωή και ο θάνατος τους χάραξαν τη πορεία ενός λαού και ενός πολιτισμού. Φαντάζουν όμως ξένοι στον κόσμο που ζεις σήμερα. Ασήμαντα, γραφικά και έκφυλα υποχείρια πολιτικών και κοινωνικών σκοπιμοτήτων. Έτσι σου έμαθε να τους βλέπεις το σχολείο, έτσι σου μαθαίνει να τους αντιμετωπίζεις η κοινωνία. Το έθνος, μία προσοδοφόρα για κοροϊδία και παντός είδους χρήση λέξη με μπόλικο συντηρητισμό και αρκετή ουτοπία. Όντως κατάφεραν οι δεξιοί και οι ακροδεξιοί να καταντήσουν το Έθνος κάτι το απωθητικό για κάθε ριζοσπαστική σκέψη. Κατάφεραν να εξευτελίσουν όσες αξίες και κοινά δεσμά χρησιμοποίησαν στο βωμό της συμφεροντολογίας και της βρομερής πολιτικής τους και ανάμεσα σε αυτές είναι δυστυχώς και το έθνος. Δεν είναι όμως η φιλολογική σκοπιά εκείνη που κυρίως το κατακερμάτισε αλλά η καθημερινότητα που μας προσέφεραν. Οδήγησαν τον άνθρωπο στην απογοήτευση για τα κοινά ζητήματα παρουσιάζοντας και διαμορφώνοντας την πολιτική σαν ένα πεδίο ψευδολογίας και κοροϊδίας όπου η συσσώρευση συμφερόντων οδηγεί στην καταξίωση. Λογικό επακόλουθο μιας τέτοιας νοοτροπίας είναι ο καθένας να κοιτάξει τι θα αρπάξει, πως θα επιβιώσει, τι θα κλέψει και τι τέχνασμα θα βρει να κερδίσει περισσότερα ξοδεύοντας λιγότερα. Φτηνά εργατικά χέρια, παραθυράκια στους νόμους, επιδοτήσεις κ.λ.π. ήταν το βούτυρο στο ψωμί της νέας αυτής πραγματικότητας. Κάθε σκέψη και δράση λοιπόν όλο και περισσότερο επικεντρώνεται στα “εγώ” και στα “εμείς” συμφερόντων ατόμων ή ομάδων. Αυτή λοιπόν είναι η πορεία στην οποία το “Έθνος” ουσιαστικά δεν έχει καμία θέση. Επιπλέον η νέα πολυπολιτισμική πραγματικότητα οδηγεί ακόμα περισσότερο στην γκετοποίηση και την ευρύτερη διαστρωμάτωση των οποίων στρωμάτων συγκρούσεις εξασφαλίζουν το κέρδος στα γνωστά – άγνωστα (απαγορευμένα προς προσβολή) κεφάλαια. Άραγε όμως υπάρχει μόνο το χρήμα, μόνο τα συμφέροντα, μόνο η καλοπέραση ή η φτώχεια; Δεν υπάρχει κάτι άλλο που να μπορεί να μας συνδέει εμάς με κάποιους και φυσικά όλους με κάποιους άλλους.
Επιστρέφοντας στην αρχή του κειμένου σκόπιμα παραλείψαμε κάποια, λιγοστά γνώριμα μάτια τα οποία συναντάμε τόσο καθώς βγαίνουμε αλλά και καθώς μπαίνουμε στο σπίτι μας. Είναι κάποιοι άνθρωποι που στις καρδιές τους το Έθνος δεν έχει μολυνθεί από τη πολιτική αλλά ανθίζει ως ο κοινός εκείνος δεσμός με όσους πέρασαν, όσους είναι και όσους θα φέρουμε. Δεν είναι δεσμός που διαχωρίζει για να βελτιστοποιηθεί το κέρδος, ούτε για την επιβολή σε κάποιους αδυνάτους. Είναι ο δεσμός διατήρησης μίας διαφορετικότητας που αγωνιά να μείνει ζωντανή απέναντι στην ισοπέδωση, τον υλισμό και τα καρκινώματα του καπιταλισμού, του φιλελευθερισμού και όποιας άλλης αντιανθρώπινης συλλογικής πολιτικής εμφανιστεί. Είναι η διαφορετικότητα που βασίζεται στην ανιδιοτέλεια, την αλληλεγγύη, την δημιουργικότητα, την σύνθεση και την εξέλιξη. Είναι το μέσο αυτοπραγμάτωσης και ικανοποίησης των πνευματικών αναζητήσεων κάθε ανθρώπου. Είναι δικαίωμα μας και περηφάνια μας να ομαδοποιούμαστε με βάση τα πολιτισμικά μας χαρακτηριστικά και τα κοινά όνειρα ζωής και όχι το κέρδος, την άνεση και τα προσχήματα με τα οποία θα ήμασταν αποδεκτοί σε παρέες ή στην κοινωνία που γεννηθήκαμε. Το δικό μας λοιπόν Έθνος υφίσταται και είτε σαν φωτιά είτε σαν νερό είτε σαν αγέρας θα μορφοποιείται και θα κυλάει στις λίγες ή πολλές εκείνες καρδιές για αυτούς που περάσαν, που είναι και που θα έρθουν...