Skinhead Front
" Το ουρλιαχτό της αγέλης μας πάντα θα είναι απωθητικό για τα κοπάδια "



Για όλους εκείνους...


Για πάνω από δέκα ώρες το 24ωρο, για πάνω από 6 μέρες τη βδομάδα εργάζεσαι. Αγωνίζεσαι να κερδίσεις την αξιοπρέπεια σου, να γίνεις κάτι στα μάτια τα δικά σου και των δικών σου ανθρώπων. Δε ζητιάνεψες τίποτα, δεν έγλυψες κανέναν, δε πούλησες τη ψυχή σου και δεν έσκυψες το κεφάλι. Θέλησες να τραβήξεις το δρόμο που στο βάθος του αντικρίζεις έναν δικό σου ήλιο. Είτε με λίγα είτε με πολλά τραβάς το δρόμο της τιμής. Πολλοί σε άφησαν, πολλοί σε πρόδωσαν, πολλοί σε έβρισαν. Μα εσύ γοητευμένος από τον ρομαντισμό του μονοπατιού σου συνεχίζεις. Έρχεται μία μέρα που δε μπορείς να συγκρατήσεις την οργή που σου γεννάει η αδικία. Δε μπορείς να οπισθοχωρήσεις. Είσαι κυκλωμένος από τη συνείδηση, την αγάπη και το μίσος. Όλα χορεύουν γύρω σου στις νότες ενός τραγουδιού που απότομα αλλάζει ρυθμό. Δεν είναι μόνο η βία. Είναι πολλές αυτές οι νότες που μπορούν να αλλάξουν αυτό το ρυθμό. Τότε, νιώθεις μία ζεστασιά. Είναι οι προβολείς μίας κοινωνίας που πέφτουν για κάποια λεπτά πάνω σου. Ναι, είσαι εσύ αυτά τα λεπτά ο πρωταγωνιστής που δεσπόζει πάνω στο σανίδι. Εκείνος που βρίσκεται στην αρένα για να διασκεδάζουν τα πλήθη. Ζήτησαν άρτο αλλά ζήτησαν και θέαμα. Και εσύ αυτή τη στιγμή είσαι ένα από τα θεάματα που τους δίνουν. Οι χειροπέδες κλείνουν γύρω από τα χέρια σου. Τα χέρια που τις έκλεισαν είναι αυτά που σε έχουν ξαναχτυπήσει, είναι αυτά που σε έχουν ξαναξεφτιλίσει. Είναι σαν αυτούς που σε οδηγούν στην αρένα. Εσύ είσαι αυτός που θα τους κάνει να νομίζουν ότι εκείνοι είναι κάτι. Δε μπορείς να τους αντιμιλήσεις, δε μπορείς να τους στραβοκοιτάξεις. Είναι ανώτεροι από σένα. Τα δικά σου χέρια είναι δεμένα το ένα με το άλλο. Τα δικά τους είναι ελεύθερα να διακινούν σάρκες, να διακινούν ουσίες, να κάνουν χειραψίες με νταβατζίδες, πολιτικούς, πλούσιους…Ανθρώπους δηλαδή που επιβάλλουν τα θέλω τους στη κοινωνία. Σε οδηγούν λοιπόν περήφανοι στην αρένα. Πληκτρολογούν το όνομα σου. Παίρνουν τα αποτυπώματα σου. Υπογράφεις. Πλέον είσαι σεσημασμένος. Εσύ είσαι σεσημασμένος. Δεν έχεις βουλευτική ασυλία, δεν έχεις λεφτά για τους μεγαλοδικηγόρους, δεν έχεις λεφτά να φύγεις «εξω» δεν έχεις εξουσία να την επιβάλλεις. Είσαι αυτός που θα ακούσει το κλειδί και τη πόρτα να κλείνει πίσω του. Εκεί στο κελί σου. Εκεί σε έκλεισαν οι καθαροί εσένα το βρώμικο. Μετά έρχεται η ώρα να κριθείς. Αυτός που είναι απέναντι σου είναι από εκείνους που τη προηγούμενη νύχτα βρίσκονταν σε μία βίλα ή σε ένα κοσμικό πάρτυ. Μπορεί και να ξενύχτησε σε ένα γραφείο που κοστίζει όσο ότι έχεις στη ζωή. Εκείνος που ίσως πουλαέι και αγοράζει ελεύθερα αγοράκια, κοριτσάκια, ναρκωτικά για τα πάρτυ του. Ο τίμιος, ο Κριτής, που ποτέ δε δίκασε κάποιον άνθρωπο της εξουσίας. Εκείνος σε κρίνει ένοχο ή αθώο. Το όνομα σου μπαίνει σε μία ζυγαριά και παίζοντας πετάνε τα βαρίδια. Εγκληματίας; Αθώος; Ένοχος; Δεν έχει και πολύ σημασία Άλλωστε εσένα ποτέ δε σε είχε δεί στα πάρτυ του, δεν ήσουν σημαντικός για τη κοινωνία άνθρωπος. Δεν είχες «κονέ», διασυνδέσεις, βίσματα, «μέσον» ή κάτι ανάλογο. Ήσουνα απλά περαστικός για την αρένα τους. Αναλώσιμος. Η απόφαση θα βγεί. Το κορμί σου μπορεί να το σέρνουν. Τα χέρια σου μπορούν να τα δέσουν. Τη φωνή σου μπορεί να τη φιμώσουν. Τη καρδιά σου όμως δε μπορούν να τη βουτήξουν στα σκατά που κολυμπάει ξεπουλημένη η ψυχή τους. Πάρε τα μάτια σου από πάνω τους, μη σπαταλάς άλλο το βλέμμα σου και ψάξε τους άλλους…Κάπου εκεί ανάμεσα στα πλήθη υπάρχουν μάτια που δακρύζουν. Άσε τα δάκρυα τους να ποτίσουν το έδαφος της Πίστης και της Οργής σου. Η Πίστη σου θα σε κρατήσει ζωντανό στο όνειρο σου και η Οργή θα γκρεμίσει και τις αρένες και τα θέατρα τους.

Για όλους εκείνους που τα ονόματα τους είναι «εχθροί» για αυτή την υπέροχη, δίκαιη και αξιοκρατική κοινωνία.